REDUCING - translation to αραβικά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT
Εισάγετε μια λέξη ή φράση σε οποιαδήποτε γλώσσα 👆
Γλώσσα:

Μετάφραση και ανάλυση λέξεων από την τεχνητή νοημοσύνη ChatGPT

Σε αυτήν τη σελίδα μπορείτε να λάβετε μια λεπτομερή ανάλυση μιας λέξης ή μιας φράσης, η οποία δημιουργήθηκε χρησιμοποιώντας το ChatGPT, την καλύτερη τεχνολογία τεχνητής νοημοσύνης μέχρι σήμερα:

  • πώς χρησιμοποιείται η λέξη
  • συχνότητα χρήσης
  • χρησιμοποιείται πιο συχνά στον προφορικό ή γραπτό λόγο
  • επιλογές μετάφρασης λέξεων
  • παραδείγματα χρήσης (πολλές φράσεις με μετάφραση)
  • ετυμολογία

REDUCING - translation to αραβικά

WIKIMEDIA DISAMBIGUATION PAGE
Reduce; Reduction (linguistics); Reductive; Reduced; Reducibility; Reducing; Reducible; Reduction (disambiguation); Reductively; Reduces; Reductions (disambiguation); Reductional

REDUCING         

ألاسم

إِقْلال ; إنْزال ; إِنْقاص ; تَخْفِيض ; تَقْلِيل ; تَنْقِيص ; خَفْض

الفعل

أَصْغَرَ ; أَقْصَرَ ; اِنْتَقَصَ ; بَخَسَ ; خَسَّسَ ; خَفَضَ ; خَفَّضَ ; خَفَّفَ ; صَغَّرَ ; ضاءَلَ ; غَمَصَ ; غَمَطَ ; قَلَّلَ ; نَقَّصَ

Reduction         
تخفيض ، تنزيل ، خفض
reduce         
‎ يَخْتَزِل,يَرُدّ الكسر,يُقَلِّل,يُنْقِصُ‎

Ορισμός

Reducing
·adj & ·noun from Reduce.
II. Reducing ·p.pr. & ·vb.n. of Reduce.

Βικιπαίδεια

Reduction

Reduction, reduced, or reduce may refer to:

Παραδείγματα από το σώμα κειμένου για REDUCING
1. Reducing energy demand is the most cost–effective way of reducing emissions.
2. "The potential gains are huge." "Reducing trade barriers is the key to reducing poverty," he added.
3. The cutbacks will include delaying any nonessential purchases, reducing fuel inventories, delaying new contracts and reducing credit.
4. These savings will result largely from reducing corporate expenses, optimizing the company‘s exploration portfolio, and reducing operating expenses, ConocoPhillips said.
5. This means extending, not reducing, such conventions.